ΣΧΟΛΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΑΠΟ ΤΟ 1935
Ώρες μάς έπαιρνε τ’ αυτιά ποια φωνήεντα είναι μακρά, ποια βραχέα και τι τόνο να βάλουμε, οξεία ή περισπωμένη· κι εμείς ακούγαμε τις φωνές στον δρόμο, τους μανάβηδες, τους κουλουρτζήδες, τα γαιδουράκια που γκάριζαν και τις γειτόνισσες που γελούσαν, και περιμέναμε πότε να χτυπήσει το κουδούνι, να γλιτώσουμε. Κοιτάζαμε τον δάσκαλο να ιδρώνει απάνω στην έδρα, να λέει, να ξαναλέει και να θέλει να καρφώσει στο μυαλό μας τη γραμματική, μα ο νους μας ήταν έξω στον ήλιο και στον πετροπόλεμο· γιατί πολύ αγαπούσαμε τον πετροπόλεμο και συχνά πηγαίναμε στο σκολειό με το κεφάλι σπασμένο.
Μια μέρα, ήταν άνοιξη, χαρά Θεού, τα παράθυρα ήταν ανοιχτά κι έμπαινε η μυρωδιά από μιαν ανθισμένη μανταρινιά στ’ αντικρινό σπίτι-το μυαλό μας είχε γίνει κι αυτό ανθισμένη μανταρινιά και δεν μπορούσαμε πια ν’ ακούμε για οξείες και περισπωμένες. Κι ίσια ίσια ένα πουλί είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολειού και κελαηδούσε. Τότε πια ένας μαθητής, χλωμός, κοκκινομάλλης, που ‘χε έρθει εφέτο από το χωριό, Νικολιό τον έλεγαν, δεν βάσταξε, σήκωσε το δάχτυλο:
-Σώπα, δάσκαλε, φώναξε·σώπα, δάσκαλε, ν’ ακούσουμε το πουλί!
Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο, Εκδόσεις Καζαντζάκη 1982
1935-1941
1942-1948
1949-1954
1955-1958
1958-1964
1964-1970
1970
1974
1976